Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Τάκης Μενδράκος


ΠΑΡΑΝΟΪΚΟ ΣΟΝΕΤΟ

Η Άπτερος Νίκη κροταλίζει τα φτερά της,
ιστιοφόρα διασχίζουνε τα δάση,
μπαλλάντες ηλεκτρονικές οι Αρμονίες του Σύμπαντος
κι εσύ διδάσκεις Λογική εννέα με δέκα.

Ξέρω, έπαιξες και έχασες,
αλλά κανένας δεν το πρόσεξε.
Ίσως μονάχα κάποιο δένδρο
να έκλαψε μονάχο του ρετσίνι.

Όμως ο Νώε θα ’ταν άγνωστος χωρίς κατακλυσμό˙
οι αστραπές φαίνονται μόνο στο σκοτάδι
και ισχνός επαίτης ο Έρωτας χωρίς οδύνη.

Αφού πια δεν μπορείς να κάνεις κάτι,
περίμενε, τουλάχιστον περίμενε,
ν’ αφουγκραστείς τη νομοτέλεια της αντάρας.



Από «Τα τετράστιχα της τρελής ανέμης»



Αλήθεια! Πώς αντέχουνε τ΄ αγάλματα
σε τόση αγρύπνια!
Πώς δέχτηκαν
τέτοια παράταση ζωής;


Ρυάκι φλύαρο και ανώνυμο,
ζήλευες πάντα το πλατύ κι επώνυμο ποτάμι.
Συκοφαντούσες τη ροή και τη σιωπή του,
γι΄ αυτό και στέρεψες το πρώτο καλοκαίρι.


Ανέμη, που δεν όρισες ποτέ
πότε και πώς θα κάνεις τις στροφές σου,
πάρε κι εμένα
στον τρελό κι ανέμελο χορό σου.


Κόντρα στο φως
και το ηλιοβασίλεμα να γέρνει.
Αν άπλωνες τα χέρια σου,
ίσως να το κρατούσες λίγο ακόμα...


Τώρα
κανένας δεν με περιμένει πια,
κανείς, εκτός απ΄ τις σκιές
που έφυγαν πρώτες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου